- ὤατον
- ὤατον, τό,A tub, Hero *Stereom.2.21.
Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.
Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.
ὤατον — tub neut nom/voc/acc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ωάτον — τὸ, και ᾠατός και ᾠωτός και ᾠοτός, ὁ, Μ (βυζ.) το τρίκλινο τού Μεγάλου Παλατιού στην Κωνσταντινούπολη, το οποίο ονομαζόταν έτσι, επειδή ο τρούλλος του είχε ωοειδές σχήμα. [ΕΤΥΜΟΛ. < λατ. ovatus < ovum «αβγό»] … Dictionary of Greek
ὠάτου — ὤατον tub neut gen sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ὠάτῳ — ὤατον tub neut dat sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ὤατα — ὤατον tub neut nom/voc/acc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ὤαθ' — ὤατα , ὤατον tub neut nom/voc/acc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ὤατ' — ὤατα , ὤατον tub neut nom/voc/acc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)